Ο Νέος νόμος για τα εμπορικά σήματα – Οι κυριότερες Μεταβολές
Ο νέος νόμος 4679/2020 για τα εμπορικά σήματα ενσωματώνει την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αριθμό 2436/2015 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών και την οδηγία 48 / 2004 σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και άλλες διατάξεις, καταργώντας τα άρθρα 121 έως 182 του παλαιότερου νόμου 4072/ 2012. Είναι σημαντικό ότι το μεγαλύτερο μέρος των διατάξεων του νέου νόμου εφαρμόζεται με αναδρομική ισχύ από τις 14 -1-2019. Ααποτελείται από συνολικά 90 άρθρα και προβλέπει περισσότερα είδη σημάτων όπως το «σήμα θέσης», το «σήμα κίνησης», το οπτικοακουστικό και το όλογραμμικό σήμα. Επίσης γίνεται δεκτό και οποιοδήποτε άλλο είδος σήματος το οποίο να αποτυπώνεται κατά τρόπο που να επιτρέπει σε κάθε τρίτο να προσδιορίζει με ακρίβεια το αντικείμενο προστασίας που του δικαιούχου του σήματος. Οι κυριότερες αλλαγές αποτυπώνονται στα κάτωθι άρθρα:
Αρθρο 5 παρ. 5.
Κατά την εξέταση της δήλωσης κατάθεσης σήματος, ο Ερευνητής της Διεύθυνσης Σημάτων εντοπίζει τα κατά την κρίση του προγενέστερα σήματα, καθώς και τις προγενέστερες δηλώσεις σημάτων, συμπεριλαμβανομένων και των διεθνών καταχωρίσεων με χώρα προσδιορισμού την Ελλάδα, κατά την έννοια της παραγράφου 1, και ενημερώνει, με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, περιλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τους δικαιούχους, προκειμένου αυτοί να ασκήσουν, αν το επιθυμούν, ανακοπή. Σε κάθε περίπτωση, οι τρίτοι οφείλουν να ενημερώνονται για την άσκηση ανακοπής από τον ιστότοπο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, όπου αναρτάται η απόφαση του Εξεταστή που δέχεται τη δήλωση.
Άρθρο 30 παρ. 10.
Όσοι υποβάλλουν στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων αιτήσεις της παραγράφου 2, καθώς και αυτοί κατά των οποίων στρέφονται οι αιτήσεις αυτές παρίστανται σε αυτήν μετά ή δια δικηγόρου και μπορούν να αναπτύσσουν τους ισχυρισμούς τους εγγράφως και να υποβάλουν κάθε χρήσιμο για την υποστήριξη της υπόθεσής τους στοιχείο ή έγγραφο. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι είναι ταυτόχρονα και αντίκλητοι των μερών που εκπροσωπούν. Για τη νόμιμη παράστασή τους οφείλουν να δηλώνουν ταχυδρομική διεύθυνση, καθώς και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις οποίες μπορούν να γίνονται κοινοποιήσεις. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι μπορούν να παρίστανται και με δήλωση που κατατίθεται στον αρμόδιο γραμματέα το αργότερο την παραμονή της συζήτησης και σημειώνεται αμέσως στο έκθεμα. Στην περίπτωση αυτή οφείλουν να ενημερώνονται με δική τους πρωτοβουλία από τη γραμματεία της Επιτροπής για την τυχόν υποβολή αιτήματος απόδειξης χρήσης και γενικά για την πορεία της υπόθεσης. Από την απουσία των ενδιαφερομένων μερών δεν τεκμαίρεται ομολογία και η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων λαμβάνει απόφαση ως να ήταν παρόντα όλα τα μέρη. Ενώπιον της Επιτροπής για υποθέσεις επί ανακοπών, προσφυγών, και αιτήσεων επίλυσης διαφοράς γίνονται δεκτά τα αποδεικτικά μέσα που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και για υποθέσεις επί αιτήσεων έκπτωσης ή ακυρότητας σήματος γίνονται δεκτά τα αποδεικτικά μέσα που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, γίνονται δεκτές ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου με κλήτευση του αντιδίκου προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών.
Άρθρο 38 παρ. 12.
Ο εναγόμενος για προσβολή σήματος μπορεί να ασκήσει ανταγωγή με αίτημα την έκπτωση ή την ακυρότητα του σήματος στο οποίο στηρίζεται η αγωγή. Η ανταγωγή ασκείται με ιδιαίτερο δικόγραφο και βασίζεται μόνο στους λόγους έκπτωσης ή ακυρότητας που προβλέπει ο παρών. Τα πολιτικά δικαστήρια θεωρούν το σήμα ισχυρό, εκτός αν ο εναγόμενος αμφισβητήσει την ισχύ με ανταγωγή έκπτωσης ή ακυρότητας. Η έκπτωση ή η ακυρότητα σήματος δεν μπορεί να προβληθεί με αυτοτελή αναγνωριστική αγωγή. Με την επιφύλαξη της ένστασης απόδειξης χρήσης, η έκπτωση ή η ακυρότητα σήματος δεν μπορεί να προβληθεί κατ’ ένσταση. Οι διατάξεις για την ένσταση απόδειξης χρήσης εφαρμόζονται αναλόγως και επί ανταγωγής για την ακυρότητα σήματος. Αν η ανταγωγή ασκείται σε δίκη όπου ο δικαιούχος του σήματος δεν είναι διάδικος, ο αντενάγων υποχρεούται σε κοινοποίηση του δικογράφου στον δικαιούχο του σήματος, προκειμένου ο τελευταίος να παρέμβει στην ανοιχθείσα δίκη.
Άρθρο 47 παρ. 4.
Τα πολιτικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία:
α) για διαφορές σχετικές με την προσβολή σήματος,
β) για ανακοπές του άρθρου 583 ΚΠολΔ κατά αποφάσεων της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων επί αιτήσεων των περιπτώσεων γ’ και δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 30 για την έκπτωση ή την ακυρότητα σήματος,
γ) για ανταγωγές και ανταιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων για την έκπτωση ή την ακυρότητα σήματος,
δ) για αγωγές για εκχώρηση του σήματος κατά την περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 10,
ε) για αγωγές για το δικαίωμα ενημέρωσης της παραγράφου 4 του άρθρου 39.
Άρθρο 46.
Τα αστικά δικαστήρια ή τα ποινικά δικαστήρια με τις αποφάσεις τους για προσβολή σήματος μπορούν, ύστερα από αίτηση του ενάγοντος ή του πολιτικώς ενάγοντος, αντίστοιχα, και με δαπάνες του προσβάλλοντος το σήμα, να διατάσσουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για τη διάδοση των πληροφοριών σχετικά με την απόφαση, καθώς και την ανάρτηση της απόφασης στο διαδίκτυο και την πλήρη ή μερική δημοσίευσή της στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το δικαστήριο αποφασίζει τον προσήκοντα τρόπο δημοσίευσης.
2.Η αξίωση της παραγράφου 1 αποσβένεται, αν η δημοσίευση δεν γίνει μέσα σε ένα έτος από την επίδοση της τελεσίδικης απόφασης στον ενάγοντα ή στον πολιτικώς ενάγοντα.
Άρθρο 56
1. Ως «σήματα πιστοποίησης» νοούνται τα σήματα που προσδιορίζονται ως σήματα πιστοποίησης κατά την κατάθεσή τους και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος, όσον αφορά στο υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, με εξαίρεση τη γεωγραφική προέλευση, από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δεν έχουν την ανωτέρω πιστοποίηση.
2. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών, αρχών και φορέων δημοσίου δικαίου, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, μπορεί να υποβάλει αίτηση για σήματα πιστοποίησης υπό την προϋπόθεση ότι, δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που περιλαμβάνει την παροχή του είδους των προϊόντων ή υπηρεσιών που πιστοποιούνται.
Άρθρο 90
1.Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 2 ως 6, 25 ως 28, 50 παράγραφοι 2 ως 7, 51 παράγραφος 2, 52 παράγραφοι 2 ως 8 και 53 ως 70 αρχίζει από 14 Ιανουαρίου 2019.
2.Κατά τα λοιπά, η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός από την παράγραφο 3 του άρθρου 30 και το πρώτο και τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 30, η ισχύς των οποίων αρχίζει ένα (1) έτος μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος.